«Άσχετα από ό'τι γράφει στο πρόγραμμα, προσωπικά δεν βλέπω τον εαυτό μου σαν ειδικό. Γι αυτό χρησιμοποίησα τη λέξη 'σκέψεις' στον τίτλο. Αυτό που θα μοιραστώ μαζί σας στα επόμενα είκοσι λεπτά της ώρας, δεν είναι τίποτ' άλλο από προσωπικές ιδέες επί του θέματος - η κάθε μια είναι στην ουσία αρκετά σημαντική ώστε να απαιτείται εκτενής παράθεση. Εν τέλει θα προσπαθήσω να συνοψίσω την προσωπική μου πρακτική όσο αφορά το χρυσό καθώς και το σχετικό σκεπτικό.
Αρχικά ας καθορίσουμε όρους. Με την λέξη «χρυσός» δεν εννοώ συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης χρυσού , ή ενέχυρα, ή πιστοποιητικά χρυσού. Δεν εννοώ επίσης μετοχές εταιρειών εξόρυξης χρυσού ή των περισσοτέρων αμοιβαίων κεφαλαίων χρυσού (ETF). Με τον όρο «χρυσός» εννοώ ακριβώς αυτό, δηλαδή το παλιομοδίτικο εκείνο είδος που γυαλίζει.
Κατά δεύτερον ας ορίσουμε τι σημαίνει «επενδυτική πρακτική». Προς στιγμή ξεχάστε τα λεξικά. Σε μια πόλη όπως η Ζυρίχη έχουμε τραπεζίτες, ιδιωτικούς τραπεζίτες, διαχειριστές ενεργητικού, διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων, διαχειριστές κεφαλαίων, διαχειριστές χαρτοφυλακίων, και ποικίλων ειδών επενδύσεων. Είναι όλοι επενδυτές. Για τους σκοπούς της διάλεξης ας τους χωρίσουμε σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
- Εκείνους που διαχειρίζονται τα χρήματα, τις οικονομίες, τις συντάξεις άλλων ανθρώπων και που κατατρύχονται από την έμμονη ιδέα της επίτευξης αποτελεσμάτων, κέρδους και τελικά φήμης με βάση την συμπεριφορά των αγορών, τη συμπεριφορά των άλλων ή τις προσδοκίες των πελατών τους.
- Εκείνους που φροντίζουν τα χρήματα και τα κεφάλαια που ανήκουν σε ανθρώπους που αγαπούν (δηλ. ενός πατέρα, θείου, μιας γιαγιάς, ενός γέροντα γείτονα ή ακόμα αυτών των ιδίων) και που δεν έχουν την πολυτέλεια να τα χάσουν. Αυτοί οι άνθρωποι είναι υπεύθυνοι για χρήματα που είναι αναντικατάστατα.
Επιφανειακά το έργο αυτών των δύο κατηγοριών δείχνει παρόμοιο. Αλλά μόνο έως εκεί. Εάν ανήκετε στην πρώτη κατηγορία τότε η ομιλία μου ίσως σας φανεί κοινότυπη ή ακόμα άσχετη. Εάν ανήκετε στη δεύτερη κατηγορία τότε καλώς ήλθατε.
«Εκείνο που έχει σημασία δεν είναι οι τιμές των χρεογράφων αλλά ποιά είναι η σημερινή αγοραστική αξία των χρημάτων που είχατε το 1975.»
Τα τελευταία 25 χρόνια βρίσκω τον εαυτό μου στην δεύτερη κατηγορία επενδυτών εστιάζοντας αποκλειστικά σε ένα μη ιδιαίτερα δημοφιλές σκέλος: την διατήρηση κεφαλαίων. Για μερικούς ακροατές εδώ μέσα, η διατήρηση κεφαλαίων σημαίνει χαμηλό συσχετισμό προς τις αγορές. Για άλλους ίσως να σημαίνει ομόλογα και άλλα εργαλεία σταθερού εισοδήματος. Για κάποιους άλλους μπορεί να σημαίνει χαρτονομίσματα κάτω από το στρώμα και για μερικούς άλλους ακόμα να σημαίνει χρυσός στο χρηματοκιβώτιο. Όλα τα παραπάνω είναι λάθος.
Δυστυχώς δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα.
Άς υποθέσουμε ότι υπήρξατε ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας και πωλήσατε την επιχείρησή σας το 1975 για 2 εκατομμύρια φράγκα, ή ας υποθέσουμε ότι είστε ένας απλός εργαζόμενος που κατάφερε να έχει αποταμιεύσει (ναι, να αποταμιεύσει) μέρος του εισοδήματός του για τα γηρατειά το 1975, ας πούμε 100.000 φράγκα. Και τα δύο αυτά ποσά την εποχή εκείνη ήσαν αρκετά σημαντικά. Εκείνο που έχει σημασία δεν είναι οι τιμές των χρεογράφων αλλά ποια είναι η σημερινή αγοραστική αξία των χρημάτων που είχατε το 1975. Μετά από σχεδόν 35 χρόνια σε όρους ελβετικού φράγκου, θα έπρεπε να έχετε υπερδιπλασιάσει τις οικονομίες σας ώστε να συναγωνιστείτε με τις αυξήσεις των τιμών στην αγορά. Στο τέλος αυτό που έχει σημασία είναι η διατήρηση του κεφαλαίου. Κατ' ελάχιστον.
Οι δύο αυτοί υποθετικοί άνθρωποι είναι μάρτυρες του γεγονότος ότι η διατήρηση του κεφαλαίου δεν έχει καμία σχέση με τα alpha ή beta, ή τις συσχετίσεις ή την σύγχρονη διαχείριση κινδύνων. Άλλωστε δεν μετράμε την κατάσταση της υγείας μας με βάση ενός δείκτη της συνολικής υγείας των άλλων αλλά επάνω σε μία απόλυτη βάση. Απόλυτο σημαίνει αγοραστική αξία. Αλλά τί είναι απόλυτο; 'Ολοι καταλήγουμε να μετράμε αποτελέσματα σε όρους μιας μεταβαλλόμενης - υποτιμούμενης νομισματικής μονάδας. Υπήρξε μια εποχή που ο άνθρωπός μας θα είχε τοποθετήσει τις αποταμιεύσεις του σε μια τράπεζα και θα βασιζόταν στους τόκους για τις συνταξιοδοτικές του ανάγκες. Αλλά αυτό ίσχυε όταν το χρήμα είχε ακόμα κάποια αξία. Πριν από πολλά χρόνια.
«Βλέπω την εργασία που προσφέρω για τη διατήρηση κεφαλαίων πολύ διαφορετικά από ότι μπορείτε να φανταστείτε.»
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε στη διατήρηση κεφαλαίων είναι ότι κατέχουμε μια συγκεκριμένη σταθερή ποσότητα κεφαλαίου, ενώ η κεντρική τράπεζα δημιουργεί χωρίς σχεδόν κανένα κόστος, ολοένα μεγαλύτερες ποσότητες χρήματος και έτσι μειώνει την αξία του αποταμιεύματος. Σε συνολική βάση μετά από λίγο χρόνο οδηγούμαστε στην πτώχευση.
Βλέπω την εργασία που προσφέρω για τη διατήρηση κεφαλαίων πολύ διαφορετικά από ότι μπορείτε να φανταστείτε. Ίσως παραξενευτείτε εάν σας έλεγα ότι τα τελευταία 25 χρόνια έχω εργαστεί κατά εποχές και για διάφορους λόγους σαν επενδυτής αξιών, επενδυτής σταθερών αποδόσεων, αντιθετικός επενδυτής, αναπτυξιακός επενδυτής, επενδυτής μετρητών, top-down, bottom-up, κλπ.
Μόλις το 1998 άρχισα να χρησιμοποιώ χρυσό και τα σχετικά προϊόντα στο χαρτοφυλάκιό μου, για λόγους που θα εξηγήσω παρακάτω. Αυτό που μπορεί να σας φανεί σαν έλλειψη εστίασης ή ίσως «αλλαγή στυλ» δεν είναι τίποτ' άλλο από την απόλυτη ανάγκη της προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες συνθήκες που καθορίζουν τις ευκαιρίες και τους κινδύνους - τους γνωστούς, τους άγνωστους καθώς και τους κινδύνους που προέρχονται από την άγνοια κινδύνων που δεν γνωρίζουμε.
Σε χρηματικούς όρους έως τώρα υπήρξα περισσότερο από επιτυχής στην επιδίωξη αυτή καθώς και στην επίτευξη των στόχων μου. Υπήρξαν μεγάλες περίοδοι όπου κατείχα ως επί το πλείστον κοινές μετοχές και άλλες περίοδοι με σχεδόν το 90% σε μετρητά, ακόμα σε άλλες περιόδους αγόραζα όσο μπορούσα περισσότερο κρατικά ομόλογα και τέλος σε άλλες περιόδους κατείχα χρυσό. Είχα επιτυχία στη διατήρηση κεφαλαίου κατέχοντας διάφορα προϊόντα σε διάφορες εποχές, όπως μερίδια πετρελαίου, μετοχές της Swatch, Straumann, Microsoft, κλπ, ή κρατικά ομόλογα και χρυσό.
«Γνωρίζοντας ότι η πηγή κάθε πλούτου είναι η επιχειρηματική δραστηριότητα.»
Αρχίζοντας από τις στοιχειώδης ιδέες της σπανιότητας και της επιλογής - και γνωρίζοντας ότι η πηγή κάθε πλούτου είναι η επιχειρηματική δραστηριότητα, η γενική αρχή των επιδιώξεών μου έχει σαν κίνητρο την κατανόηση της αξίας. Δεν εννοώ την αξία με την έννοια μιας καλύτερης σχέσης P/E ή κάποιου μαθηματικού τύπου Graham & Dodd ή άλλου σχετικού μέτρου, όσο κι άν αυτές οι έννοιες μας βοηθούν. Εννοώ την αξία με την κανονική κατεξοχήν υποκειμενική της έννοια και προσωπική ερμηνεία.
Στη γραμμή αυτή, επεδίωξα την αποφυγή μεγάλων σφαλμάτων και την αναγνώριση σημαντικών τάσεων. Επίσης προσπάθησα να αποφύγω σοβαρά λάθη που προκύπτουν από την παρακολούθηση των τιμών αντί των αιτίων ως καθοριστικό παράγοντα.
Και εξηγούμαι - εάν η χρηματική τιμή ενός προϊόντος αυξηθεί ή μειωθεί σημαντικά, μπορεί να μπει κανείς στον πειρασμό να το εκλογικεύσει με όρους όπως π.χ. ποια ήταν η τιμή πριν, ποιες θα μπορούσαν να είναι οι άλλες τιμές, κλπ. Αλλά κάτι τέτοιο είναι ανεπαρκές και παραπλανητικό. Η ύπαρξη μιας «φούσκας» ή κάποιας ευκαιρίας δεν μπορεί να αναγνωριστεί έως ότου γίνουν αντιληπτοί οι παράγοντες που συνέτειναν στην άνοδο ή την πτώση των τιμών.
Συνεπώς, εφόσον η αβεβαιότητα είναι μέσα στη ζωή μας και επειδή δεν μπορούμε να προβλέψουμε το μέλλον, πως θα μπορούμε να παραμείνουμε επιτυχημένοι για μεγάλο χρονικό διάστημα; Κατά την άποψή μου χρειαζόμαστε δύο σημαντικά στοιχεία: κατά πρώτο, την ευελιξία ενός επιχειρηματία κατά την αποφυγή σφαλμάτων που θα τον έριχναν έξω ενώ ταυτόχρονα χειρίζεται τις ευκαιρίες και κατανοεί τις αξίες. Επιπλέον χρειαζόμαστε μερικά διανοητικά εργαλεία όπως σημαντικές γνώσεις, ενδιαφέρον, σοφία και κατανόηση σε τέσσερα στοιχεία:
1. την φύση του χρήματος - την ιστορία του, τη σημασία του σε χρηματιστικά και οικονομικά θέματα καθώς και τον ρόλο του στις επενδύσεις.
2. την φύση του πλούτου και του κεφαλαίου - πως δημιουργείται, πως καταστρέφεται, ποιούς κινδύνους αντιμετωπίζει και πως αξιολογείται - υποκειμενικά μεν αλλά σκόπιμα. Π.χ. εγώ δεν πιστεύω πως ο πλούτος δημιουργείται στο χρηματιστήριο - που στη καλύτερη περίπτωση αποτελεί απλή αντανάκλαση του πλούτου- και εν γένει οι τιμές των μετοχών, όπως και το χρήμα, είναι συνάρτηση της εμπιστοσύνης μάλλον παρά της εγγενούς αξίας. Το επίπεδο ευμάρειας μιας χώρας ή μιας οικογένειας δεν εξαρτάται από την ποσότητα του χρήματος, αλλά από το παραγωγικό κεφάλαιο που διαθέτει.
3. την φύση των επιχειρηματικών κύκλων - αυτό έχει νόημα στην οικονομική θεωρία και περνάει τη δοκιμασία της ιστορίας. Εννοώ την θεωρία όπως εκφράστηκε από την Αυστριακή Σχολή οικονομικής σκέψης σε αντίθεση με όλα τα άλλα ακαταλαβίστικα - δηλαδή το παιχνίδι της εμπιστοσύνης και της κατανάλωσης που περνιέται για mainstream οικονομικά σήμερα.
4. τέλος, η αυτογνωσία είναι επίσης ένα πολύ κρίσιμο στοιχείο.
« Ο χρυσός δεν έχει τίποτα το μαγικό.»
Εφοδιασμένο με αυτή την κατανόηση, ένα έξυπνο άτομο μπορεί να αρχίσει να φροντίζει για τη διαφύλαξη του αναντικατάστατου χρήματος.
Ο χρυσός δεν έχει τίποτα το μαγικό. Από μόνος του δεν έχει καμία αξία. Κανείς δεν έχει θησαυρίσει ποτέ επενδύοντας σε αυτόν. Η ιστορία του είναι πλήρως καταγραμμένη. Μέχρι τις 15 Αυγούστου 1971, η τιμή του χρυσού ήταν αμέτοχη στους επενδυτικούς σκοπούς. Κατόπιν ήρθε μια δεκαετία με πρωτοφανή άνοδο τιμής - από τα $35 ανά ουγγιά στο ρεκόρ των $850- και ύστερα ήρθε μια 20ετής πτώση έως τα $257 το 2001. Για 20 χρόνια αποτελούσε τη χειρότερη επένδυση παγκοσμίως. Ο άργυρος ήταν ακόμα χειρότερος: έπεσε από τα $50 στα $4 ανά ουγγιά.
Παρόλα αυτά όμως, σε όλο αυτό το διάστημα η ύπαρξη ενός σταθερού νομισματικού πληθωρισμού πίεσε τις τιμές καταναλωτή (με βάση το δολάριο ΗΠΑ) ανοδικά κατά 100%.
Σκεφτείτε το αυτό για λίγο.
Αντί να βλέπετε την ουγγιά χρυσού με βάση τη χρηματική τιμή της - αρχίστε να σκέφτεστε την αξία του χρήματος που έχετε στα χέρια σας. Αυτό δεν έχει να κάνει με το χρυσό, αλλά με το χρήμα. Αυτή είναι μια πολύ απλή παρατήρηση που όμως είναι ιδιαίτερα δύσκολο να κατανοηθεί. Ζούμε σε ένα κόσμο που το χρήμα καθορίζει τα πάντα - θα είναι λοιπόν απίθανο να αναρωτιόμαστε: Ποιά είναι η αξία των χρημάτων μας;
Παρ' όλη την μακρόχρονη αύξηση της τιμής του χρυσού από το 2001, αυτός παραμένει αρκετά μυστηριώδης και παρεξηγημένος, ένα φόβητρο. Από τον ειδικό σύμβουλο του ταμείου συντάξεων έως τον απλό πολίτη, ο χρυσός φαντάζει σαν ένα απομεινάρι περασμένων εποχών.
Η επικράτηση της χρηματοπιστωτικής οικονομίας τα τελευταία 30 χρόνια, η πληθωριστική άνοδος στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων που έχει μεταμφιεστεί σε κεφαλαιακό κέρδος αλλά και η εν γένει διανοητική πενία του σύγχρονου ανθρώπου, όλα έχουν συμβάλλει στην απώλεια των δεξιοτήτων εκείνων της κοινωνίας που παλαιότερα μας χρησίμευαν για την ανίχνευση τυχόν μηχανεύσεων και σχεδιασμών που στοχεύουν στην εξαπάτησή μας - καθώς η κλοπή και η εξαπάτηση είναι συστατικά στοιχεία της διεφθαρμένης φύσης του κεντρικού τραπεζικού συστήματος.
«Άρχισα να θεωρώ την κατοχή χρυσού περισσότερο ως ασφάλεια παρά ως επένδυση.»
Στην πρακτική που εφάρμοζα από το 1998, ο ρόλος του χρυσού στην κατάρτιση χαρτοφυλακίου, έχει λάβει διάφορες μορφές.
Μεταξύ 1998 και 2001 - έφτασα στο συμπέρασμα πως ήταν υποτιμημένος, όπως και επίσης ότι το κεφάλαιο των εταιρειών του τομέα ήταν υποτιμημένο. Όπως το είδα τότε, ή αποτελούσε μια τεράστια ευκαιρία ή ήταν μια επενδυτική κατηγορία υπό εξαφάνιση. Στοιχημάτισα στο πρώτο. Οπότε για την περίοδο 1998 μέχρι 2001 έβλεπα το χρυσό καθαρά σαν επένδυση.
Η κατάσταση όμως συνέχισε να αλλάζει. Μέσα στα επόμενα χρόνια που ακολούθησαν την μεγάλη ρευστότητα του Greenspan, την απάτη του Y2K και την μνημειώδη κοπή χρήματος μετά την 9/11, έγινε πλέον φανερό ότι:
α) το δολλάριο ΗΠΑ ως αποθεματικό νόμισμα, τελικά θα έπρεπε να επαναξιολογηθεί,
β) η οικονομική κατάσταση των ΗΠΑ γρήγορα θα χειροτέρευε,
γ) το έλλειμμα μεταξύ της παραγωγής των μεταλλείων χρυσού και της ζήτησης ήταν συνεχώς αυξανόμενο,
δ) οι κεντρικές τράπεζες κερδοσκοπούσαν στις αγορές χρυσού μέσω του μηχανισμού leasing
Ήταν λοιπόν φρόνιμο να αναθεωρήσω την τοποθέτησή μου στον χρυσό, όχι πλέον σαν μια επένδυση αλλά και σαν μία ασφάλεια έναντι κινδύνου νομισματικής κατάρρευσης, κρίσης στο σύστημα πληρωμών ή ακόμα μιας γεωπολιτικής σύγκρουσης. Δηλαδή άρχισα να θεωρώ την κατοχή χρυσού περισσότερο ως ασφάλεια παρά ως επένδυση.
Αυτό συνεχίζεται έως πρόσφατα.
Έχει πλέον καταστεί φανερό πως μια νομισματική υποτίμηση είναι σε εξέλιξη σε παγκόσμια κλίμακα - πραγματικά με πρωτοφανείς διαστάσεις και εύρος.
Είμαι πεπεισμένος ότι οι κυβερνήσεις δεν έχουν σκοπό να επιτρέψουν μια λύση σύμφωνα με τους νόμους της ελεύθερης αγοράς (δηλ. κάθαρση) αλλά θα αναζητήσουν πολιτικές λύσεις σκοπιμότητας. Επιπλέον προσθήκες στο χαρτοφυλάκιό μας σε συνδυασμό με την ανάγκη διατήρησης μεγάλης ρευστότητας έγιναν η βάση μιας τελείως διαφορετικής θεώρησης. Τώρα πλέον βλέπω τον χρυσό όχι απλώς σαν μια ασφάλεια αλλά σαν ρευστό χρήμα.
Σήμερα περισσότερο από 45% του καθαρού ενεργητικού μας είναι σε πολύτιμα μέταλλα. Το να έχω στην κατοχή μου μετρητά με εκθέτει σε πιστωτικούς κινδύνους, συναλλαγματικούς κινδύνους, κινδύνους αντισυμβαλλομένου, πολιτικούς κινδύνους, πληθωριστικούς κινδύνους, κλπ. Αποφεύγω τους περισσότερους απ' αυτούς - αν όχι όλους- έχοντας χρυσό. Με άλλα λόγια, απλώς δεν εμπιστεύομαι το χάρτινο χρήμα όλο και περισσότερο.
«Μπορεί κανείς να μου υποδείξει έστω και ένα τίμιο νόμισμα οπουδήποτε στον κόσμο;»
Μας λένε ότι ο χρυσός δεν είναι ένας παραγωγικός πόρος και ότι δεν έχει κάποια βιομηχανική χρήση. Καταπληκτική σκέψη. Οπωσδήποτε συμφωνώ. Αλλά πόσο μεγαλύτερη είναι η οικονομική αξία των ομολόγων ή των μετρητών; 'Η ποιες μπορεί να είναι οι βιομηχανικές χρήσεις των κρατικών ομολόγων; Ή των δομημένων χρηματοπιστωτικών προϊόντων;
Επίσης μας λένε ότι ο χρυσός δεν είναι τίποτ' άλλο από μια καλή εξασφάλιση στην υποτίμηση του δολλαρίου. Είναι αλήθεια αλλά όχι τελείως. Μπορεί κανείς να μου υποδείξει έστω και ένα τίμιο νόμισμα οπουδήποτε στον κόσμο; Αυτό που διαφεύγει από τον απλό παρατηρητή είναι ότι ο χρυσός αποτελεί αναμφισβήτητη εξασφάλιση έναντι του πραγματικού κινδύνου - μάλλον βεβαιότητας- που κανένας από τους προγόνους μας δεν μπορούσε να φανταστεί - μιας κατάρρευσης του νομισματικού συστήματος.
Έχουν πολλά γραφτεί για τη σχέση του χρυσού με τους χρηματιστηριακούς δείκτες των εμπορευμάτων, του πετρελαίου, κλπ. Τέτοιες συγκρίσεις μπορούν να οδηγήσουν σε ενδείξεις αλλά όχι σε γνώση. Ναι, όταν η κινέζικη φούσκα τελικά σπάσει, όπως αναμένεται, όλα τα εμπορεύματα θα παρασυρθούν, ακόμη και ο χρυσός. Το δολάριο θα ανέβει. Αλλά αναρωτηθείτε: «μέχρι πότε;», «και μετά τί;»
Τέλος, υπάρχει αυτή η κοινότυπη συμβουλή ότι «για λόγους εξασφάλισης, μία έκθεση στο χρυσό της τάξεως του 5% έως 10% είναι αρκετή». Κατ' αρχάς τέτοιες συμβουλές, του τύπου γραμμένες στην άκρη μιας χαρτοπετσέτας, είναι για πέταμα. Δεύτερο, εάν πρόκειται να μιλήσουμε πραγματικά για εξασφάλιση και πριν φτάσουμε σε συμφωνία με τον ασφαλιστή, πρέπει να αποτιμήσουμε τον κίνδυνο. Με τι είδους κινδύνους έχουμε να κάνουμε εδώ; Παραπάνω σας παρέθεσα την δική μου λίστα με τα ρίσκα. Κανένα απ' αυτά δεν φαίνεται να καλύπτεται με την χαρτοπετσέτα.
«Εάν η πηγή του πλούτου είναι το φθηνότερο χρήμα τότε πού έκανε το λάθος το Μπαγκλαντές;»
Η τιμή του μετάλλου σε χρήμα έχει ξεπεράσει κάθε άλλη κατηγορία για πολλά χρόνια συνεχώς. Είναι κατανοητό ότι ο κόσμος θέλει να το εξηγήσει και να το δεί προοπτικά, όπως επίσης είναι εύλογο να υπάρχουν διάφορες απόψεις. Αλλά όταν μελετάμε τον χρυσό μόνο με όρους τιμής, χάνουμε το μεγαλύτερο μάθημα που όλη αυτή η περίοδος της κρίσης μας διδάσκει.
Ειλικρινά σας λέγω, ήδη υπάρχουν δύο γενεές οικονομικών παραγόντων στην αγορά, τελείως αδαείς όσον αφορά τη φύση του χρήματος. Καλωσορίζουν τις ανοδικές τιμές που τις θεωρούν δημιουργία πλούτου, ενώ δεν είναι τιποτ' άλλο από πληθωριστικά αποτελέσματα. Αναζητάμε περισσότερα μετρητά για να σώσουμε το σύστημα, ενώ θά 'πρεπε να αφήνουμε τους αποτυχόντες να πτωχεύουν, ώστε οι πλέον ικανοί να μπορούν να αναδειχθούν. Ανεχτήκαμε την πώληση του χρυσού μας από την Εθνική Τράπεζα Ελβετίας σε αντάλλαγμα αμερικάνικων χαρτονομισμάτων και υποσχετικών.
Αναζητάμε φθηνότερο χρήμα για να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί επειδή δεν γνωρίζουμε την πραγματική φύση της ανταγωνιστικότητας. Εάν η πηγή του πλούτου είναι το φθηνότερο χρήμα τότε πού έκανε το λάθος το Μπαγκλαντές; Εάν το φθηνότερο χρήμα σημαίνει οικονομική ευημερία, γιατί να μην τυπώνουμε όσο περισσότερο μπορούμε και να το μοιράζουμε σε όλους; Μάλλον έχουμε χαζέψει. Οι πελάτες δεν γνωρίζουν πιά τίποτα και οι σύμβουλοί τους ακόμα λιγότερα.
Κατόπιν έχουμε τους ηλίθιους οικονομολόγους - του νεοκλασικού, κεϋνσιανού είδους, με λύσεις για προβλήματα που και οι ίδιοι δεν περίμεναν ότι θα προκύψουν. Λύσεις που έχουν απορριφθεί εδώ και καιρό. Και έτσι λοιπόν πηδάμε από κρίση σε κρίση - κατασπαταλώντας το λιγοστό μας κεφάλαιο ελπίζοντας ότι θα πλουτίσουμε σε χρήμα. Τι κρίμα.
«Θεωρώ τον χρυσό ως ένα εργαλείο με τον ίδιο τρόπο που θεωρώ και τις μετοχές, τα ομόλογα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία »
Το να είναι κανείς επενδυτής στην εποχή μας, χωρίς να κατανοεί την ιστορία, την κλασική οικονομική θεωρία ή να έχει τον «κοινό νου» των παππούδων μας, είναι συνταγή αποτυχίας. Και έχουμε πολύ δρόμο ακόμα μπροστά μας.
Τέλος, εδώ θα ήθελα να συνοψίσω τις σκέψεις μου: επιδιώκοντας τους σκοπούς της διατήρησης κεφαλαίων, ενδιαφέρθηκα για τα απτά περιουσιακά εκείνα στοιχεία που δεν αποτελούν υποσχετικές, συμβόλαια, απαιτήσεις τρίτων ή πιστωτικά εργαλεία. Δεν απαιτούν εμπιστοσύνη ή ελπίδα.
Θα συνεχίσω να επιδιώκω τη δημιουργία πλούτου συμμετέχοντας στο κεφάλαιο ολίγων και διακεκριμένων επιχειρηματιών. Επίσης θα συνεχίσω για λίγο ακόμη τη διακράτηση μετρητών για την αγορά τυχόν ευκαιριών.
Δεν έχω καμία εμπιστοσύνη στο χρήμα που εκδίδουν οι κυβερνήσεις. Θεωρώ τον χρυσό ως ένα εργαλείο με τον ίδιο τρόπο που θεωρώ και τις μετοχές, τα ομόλογα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία.
Για να είμαι ειλικρινής, η ανακάλυψη κρυμμένων αξιών και η λογική κερδοσκοπία καθίστανται τρομερά δύσκολα -αν όχι αδύνατα- μέσα σε ένα παράλογο και δυσλειτουργικό οικονομικό σύστημα.
Έτσι σε διαφορετικές εποχές, για διάφορους λόγους, σε διάφορες ποσότητες και για διαφορετικούς σκοπούς, κανένα από τα οποία δεν προσφέρεται για απλή εξήγηση ή μοντελλοποίηση, επιδιώκω ένα μίγμα εργαλείων τέτοιο ώστε να εξυπηρετώ την οικονομική ζωή αυτών που υπηρετώ- ώστε να προστατεύω τις οικονομίες τους από τους κερδοσκόπους, τους χαζούς, τους απατεώνες, και τους διάφορους τσαρλατάνους που συνωστίζονται στον κόσμο μας.
Σας Ευχαριστώ.
Από Ομιλία του Tony Deden, στο 1st Gold Conference in Zurich, που δημοσιεύτηκε το 2009 στο finews.ch
Ο Tony Deden γεννήθηκε το 1957 στην Αθήνα, σπούδασε Μαθηματικά και Χημεία στο UCLA και είναι μελετητής της ιστορίας και της οικονομίας.
Από το 1985, εργάζεται ως σύμβουλος επενδύσεων και από το 2001 διευθύνων σύμβουλος στο Edelweiss Fund, μετέπειτα Edelweiss Holdings.
No comments:
Post a Comment